Στην αρχή του χρόνου
συγκεντρώθηκαν τα ταγκαλάκια,
όπως τα αποκαλούσε ο γέροντας Παϊσιος,
και αποφάσισαν να κάνουν μια φάρσα με τους ανθρώπους.
Ένα από αυτά είπε:
-Τι θα λέγατε να κάναμε λίγη «πλάκα» με τους ανθρώπους,
αφαιρώντας τους κάτι;
-Και τι μπορούμε να τους αφαιρέσουμε; είπε κάποιο άλλο.
Μετά από πολλή σκέψη το πιο μικρό είπε:
Ας τους πάρουμε την ευτυχία.
Το πρόβλημα όμως είναι πού να την κρύψουμε,
ώστε να μην τη βρούνε.
Κάποιο πρότεινε:
Να την κρύψουμε στην κορυφή
του ψηλότερου βουνού του κόσμου.
-Όχι. Είπε κάποιο άλλο.
Οι άνθρωποι διαθέτουν τεράστια δύναμη.
Κάποιος θα μπορούσε να πάει να τη βρει
και τότε όλοι θα μπορούσαν να ξέρουν
πού να την αναζητήσουν.
-Τότε να την κρύψουμε στο βυθό της θάλασσας,
πρότεινε ένα άλλο ταγκαλάκι.
Όχι, έχουν υπερσύγχρονα υποβρύχια
και πολύ σύντομα θα τη βρούνε, αντέτεινε το πρώτο.
-Να τη φυγαδέψουμε σε ένα μακρινό πλανήτη,
πρότειναν εν χορώ κάποια άλλα.
-Τα διαστημόπλοια πάνε κι έρχονται στο διάστημα.
Θα την ανακαλύψουν και θα επαίρονται
και θα αλαλάζουν ως νέοι μαραθωνοδρόμοι…
Ένα ταγκαλάκι καθόταν σιωπηλό,
ακούγοντας προσεκτικά και αναλύοντας
σοβαρά κάθε πρόταση.
-Νομίζω, είπε στοχαστικά,
υπάρχει ένας χώρος τον οποίο
οι άνθρωποι ποτέ δεν θα τον ψάξουν.
Όλα ξαφνιάστηκαν, αλληλοκοιτάχτηκαν
και ρώτησαν ταυτόχρονα.
-Πού δεν θα ψάξουν;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου